«Σήμερα μέσα στο σώμα μου κάθομαι και μαθαίνω. Το γυναικείο σώμα μου σαν το δικό σας είναι στόχος σε κάθε δρόμο [… ] Παρακολουθώ μια γυναίκα που τολμάει. Τολμώ να παρακολουθώ μια γυναίκα. Τολμάμε να υψώνουμε τη φωνή μας.» (Herman, 1996).
Πάρα πολλές γυναίκες έχουν βιώσει κακοποίηση από το σύζυγο ή το σύντροφό τους (σωματική, ψυχολογική ή σεξουαλική). Η κακοποίηση γυναικών αποτελεί ένα σύνθετο κοινωνικό φαινόμενο με παγκόσμια διάσταση. Ουσιαστικά αποτελεί έκφραση της άνισης κατανομής δύναμης ανάμεσα στα δύο φύλα. Το κοινωνικό και οικογενειακό περιβάλλον σε συνδυασμό με τις αντιλήψεις που επικρατούν, συντελούν στη διάκριση των γυναικών έναντι των αντρών.
Πρόκειται για ένα αθέατο φαινόμενο που συμβαίνει κατ’ επανάληψη πίσω από τις «κλειστές πόρτες» και θεωρείται δυστυχώς ακόμη και σήμερα οικογενειακή υπόθεση. Είναι ένα από τα πιο καλά κρυμμένα μυστικά!
Τα θύματα ενδοοικογενειακής βίας είναι στην πλειοψηφία γυναίκες - Τα περιστατικά αυξήθηκαν εν μέσω καραντίνας στην Ελλάδα
Πρωτίστως είναι καθοριστικής σημασίας να ορίσουμε τι ακριβώς είναι η ενδοοικογενειακή βία. Ενδοοικογενειακή κακοποίηση ή και οικογενειακή βία ονομάζεται η (με συνέπεια) βίαιη και κακοποιητική συμπεριφορά ενός ατόμου προς άλλο, μέσα στο οικογενειακό περιβάλλον, όπως στον γάμο ή, απλά, στη συμβίωση. Μπορεί, επίσης, να ονομαστεί και ενδόμυχη βία, όταν ένας σύζυγός, ή σύντροφος, είναι βίαιος προς την ενδόμυχη σχέση του. Αυτό περιλαμβάνει τόσο τις ετεροφυλοφιλικές σχέσεις, όσο και τις ιδίου φύλου σχέσεις ή, ακόμα, και πρώην συντρόφους και συζύγους. Η εν λόγω συμπεριφορά έχει πολλές μορφές βίας και κακοποίησης και μπορεί να διαπραχθεί σε σωματικό, λεκτικό και συναισθηματικό επίπεδο. Πολλές φορές περιλαμβάνει και οικονομικά, θρησκευτικά θέματα, καθώς και γονιμότητας. Η σεξουαλική μορφή, ωστόσο, είναι από τις πιο συνηθέστερες, η οποία περιλαμβάνει βίαιες και κακοποιητικές συμπεριφορές, όπως για παράδειγμα πνίξιμο και χειροδικία, μέχρι και ζημιά στα γεννητικά όργανα, καθώς επίσης και συζυγικό βιασμό. Σε κάποιες περιπτώσεις προκαλείται σωματική παραμόρφωση ή, ακόμα, και θάνατος. Παγκοσμίως, το κατά πλειοψηφία θύμα της ενδοοικογενειακής βίας είναι η γυναίκα, η οποία δέχεται πολλές μορφές βίας.Σε κάποιες χώρες, η ενδοοικογενειακή βία θεωρείται… δικαιολογημένη. Ειδικότερα σε υποθέσεις επιβεβαιωμένης ή υποθετικής μοιχείας από τη γυναίκα, είναι και μία νόμιμη πράξη. Έρευνες έχουν δείξει ότι υπάρχει άμεση και σημαντική συσχέτιση μεταξύ του επιπέδου της ισότητας των δύο φύλων με τα ποσοστά ενδοοικογενειακής βίας. Η ενδοοικογενειακή βία είναι το έγκλημα που αποκρύπτεται περισσότερο από κάθε άλλο, σε όλο τον κόσμο, τόσο από τις γυναίκες όσο κι από τους άνδρες. Λόγω των κοινωνικών στιγματισμών σχετικά με την αρσενική θυματοποίηση, οι άνδρες αντιμετωπίζουν αυξημένη πιθανότητα να παραβλεφθούν από τους παρόχους περίθαλψης (Riviello, Ralph (1 Ιουλίου 2009). Manual of Forensic Emergency Medicine. Jones & Bartlett Learning. σελ. 129. ISBN 978-0763744625, Finley, Laura (16 Ιουλίου 2013). Encyclopedia of Domestic Violence and Abuse. ABC-CLIO. σελ. 163. ISBN 978-1610690010, Hess, Kären· Orthmann, Christine· Cho, Henry (1 Ιανουαρίου 2016). Criminal Investigation. Cengage Learning. σελ. 323. ISBN 978-1435469938.
Η ενδοοικογενειακή βία την περίοδο των περιοριστικών μέτρων χαρακτηρίστηκε από τους ειδικούς επιστήμονες ως η «πανδημία μέσα στην πανδημία» καθώς θύτης και θύμα ήταν υποχρεωμένοι να βρίσκονται στον ίδιο χώρο κάθε μέρα χωρίς διαλείμματα με την πρόσβαση στις υπηρεσίες βοήθειας να είναι σχεδόν αδύνατη.
Είναι γεγονός ότι παρατηρήθηκε σημαντική αύξηση των καταγγελιών για περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας ‘όπως καταγράφηκε τις ημέρες της «καραντίνας». Η τηλεφωνική γραμμή SOS 15900 της Γενικής Γραμματείας Οικογενειακής Πολιτικής και Ισότητας των Φύλων τον Απρίλιο του 2020 έλαβε συνολικά 1.769 κλήσεις. Οι κλήσεις για περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας σχεδόν τετραπλασιάστηκαν τον μήνα της «καραντίνας». Τον Απρίλιο ανήλθαν σε 648 σε σύγκριση με τον προηγούμενο μήνα, τον Μάρτιο, που καταγράφηκαν 166 κλήσεις για παρόμοια περιστατικά.
Οι συνολικές κλήσεις για περιστατικά βίας τον Απρίλιο έφθασαν τις 1.070, ενώ οι αντίστοιχες κλήσεις τον Μάρτιο ήταν 325. Επτά στα δέκα περιστατικά βίας καταγγέλθηκαν από τα ίδια τα θύματα και τρία στα δέκα καταγγέλθηκαν από τρίτα πρόσωπα, όπως γονείς, παιδιά, αδέλφια, γείτονες και φίλοι. «Είναι φανερό πως η καμπάνια ενημέρωσης για τη στήριξη των γυναικών θυμάτων βίας κινητοποίησε τις ωφελούμενες, καθώς και τα τρίτα πρόσωπα στο να προχωρήσουν σε επικοινωνία με τη γραμμή SOS και να καταγγείλουν τα περιστατικά βίας» δήλωσε η γενική γραμματέας Οικογενειακής Πολιτικής και Ισότητας των Φύλων Μαρία Συρεγγέλα, τονίζοντας πως είναι ιδιαίτερα σημαντικό το γεγονός ότι εννιά στα δέκα άτομα που κάλεσαν στη γραμμή SOS 15900, τόλμησαν για πρώτη φορά να αναφέρουν το περιστατικό βίας, να ζητήσουν στήριξη και να στείλουν με τη σειρά τους σε όλες τις γυναίκες το μήνυμα «Μένουμε σπίτι αλλά δεν μένουμε σιωπηλές».
Τα περισσότερα θύματα βίας ήταν σύζυγοι-σύντροφοι (61%). Δηλαδή, 485 σύζυγοι-σύντροφοι τον Απρίλιο βίωσαν σκληρές εικόνες που δύσκολα θα ξεχάσουν, ενώ έντονο προβληματισμό προκαλεί το γεγονός ότι το 10% των περιστατικών βίας αφορούσε παιδιά (77 παιδιά). Το 8% των περιστατικών βίας αφορούσε πρώην συζύγους-πρώην συντρόφους (56 θύματα) και το 9% (67 περιστατικά) γονείς και αδέλφια.
Χιλιάδες ελληνικές οικογένειες δοκίμαζαν μια πρωτόγνωρη συνθήκη οικιακού εγκλεισμού. Γιατί αν ο συλλογικός μύθος θέλει το σπίτι «φωλιά» και «καταφύγιο», πρέπει να θυμόμαστε ότι αυτό δεν ισχύει πάντα και σίγουρα όχι για όλους.
Όπως σημειώνουν οι ειδικοί, σε χρονικά διαστήματα όπου το ζευγάρι περνάει περισσότερο χρόνο μαζί, τα περιστατικά βίας αυξάνονται. Αυτό σχετίζεται με το γεγονός πως οι δύο σύζυγοι ή σύντροφοι μοιράζονται επιπλέον χρόνο μαζί και η τριβή θα φέρει στην επιφάνεια πιο γρήγορα και πιο εύκολα συμπεριφορές που περικλείουν βία, οποιασδήποτε μορφής. Είναι σημαντικό όμως να γνωρίζουμε πως ένας άνδρας που δεν είναι βίαιος, δεν θα γίνει ξαφνικά εξαιτίας μιας δύσκολης κατάστασης που μπορεί να αντιμετωπίζει.
Η κύρια ηλικιακή ομάδα που κάλεσε στη γραμμή SOS, ήταν από 40-54 ετών (27%), με αμέσως επόμενη την ηλικιακή ομάδα των 25-39 ετών (18%). Ηταν κυρίως γυναίκες έγγαμες (52%), με παιδιά (62%) και απασχολούμενες (21%). Το 40% ζήτησε ψυχοκοινωνική στήριξη και το 36% νομική συμβουλευτική και βοήθεια. Στις περιπτώσεις κοριτσιών θυμάτων βίας υπήρξε συνεργασία με το «Χαμόγελο του Παιδιού».
Σαράντα μία κλήσεις αφορούσαν αιτήματα φιλοξενίας σε ξενώνες, ενώ 15 από αυτές έκτακτα περιστατικά και χρειάστηκε να απομακρυνθούν τα θύματα άμεσα από το περιβάλλον τους. Τα θύματα και τα παιδιά τους φιλοξενήθηκαν σε ειδικά καταλύματα που εξασφάλισε η Γενική Γραμματεία σε συνεργασία με την Ελληνική Ιατροδικαστική Εταιρεία.
Είναι σημαντικό να αναφερθεί ότι η γραμμή SOS 15900 της Γενικής Γραμματείας Οικογενειακής Πολιτικής και Ισότητας των Φύλων διευκόλυνε την καταγγελία των περιστατικών βίας. Δεν υπήρξε τον καιρό της καραντίνας η ίδια ευκολία καταγγελίας της ενδοοικογενειακής βίας στην Ελληνική Αστυνομία. Τα δηλωθέντα περιστατικά παρουσιάζουν μια μείωση της τάξεως του 20%-33% τον μήνα Μάρτιο και το πρώτο δεκαπενθήμερο του Απριλίου.
Ωστόσο η άρση των περιοριστικών μέτρων φαίνεται ότι αποκάλυψε μία άλλη διάσταση του προβλήματος. Ο απόλυτος έλεγχος που είχαν αποκτήσει οι κακοποιητές στα θύματά τους, αισθάνθηκαν ότι χάθηκε με την επάνοδο της κοινωνίας στους κανονικούς της ρυθμούς.
Πιθανότατα υπάρχει συσχετισμός από την άποψη ότι στην περίοδο της καραντίνας είχαμε μία ένταση της βίας, αλλά και του ελέγχου που ασκεί ο κακοποιητής στο θύμα. Με την άρση των περιοριστικών μέτρων και με το δεδομένο ότι αυτές οι γυναίκες μπορεί να αναζήτησαν βοήθεια για να ξεφύγουν από την κακοποιητική σχέση, γεγονός κομβικό, ο κακοποιητής νοιώθει ότι χάνει τον έλεγχο.
Η Ιαπωνία και η Τουρκία βρίσκονται στις πρώτες θέσεις χωρών με τα υψηλότερα ποσοστά κακοποίησης γυναικών. Το κεντρικό ερώτημα είναι: «Τι είναι αυτό που εκτρέφει θύτες και κακοποιητικές συμπεριφορές;»
Φαινόμενα βίας και κακοποίησης έρχονται όλο και πιο συχνά στην επικαιρότητα.
Η γυναικοκτονία αποτελεί την κλιμάκωση της έμφυλης ή της ενδοοικογενειακής βίας. Πρόκειται για μία χρόνια συμπεριφορά. Δεν υπάρχει κακιά στιγμή και δεν υπάρχει καν στιγμή. Υπάρχει ένα μοντέλο συστηματικής κακοποίησης που στην απόλυτη κλιμάκωσή της φτάνει και στο φόνο.
Αντίστοιχα δεν υπάρχει και συγκεκριμένο προφίλ για τα θύματα της έμφυλης και ενδοοικογενειακής βίας. Όπως καταδείχθηκε και στην έρευνα που έκανε το Κέντρο Μελετών Ασφαλείας του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη στο διάστημα της πρώτης καραντίνας υπό την επίβλεψη της καθηγήτριας εγκληματολογίας του Παντείου Πανεπιστημίου, Βασιλικής Αρτινοπούλου, τρεις στις δέκα γυναίκες απάντησαν ότι είχαν υποστεί βία το προηγούμενο διάστημα.
Συμβουλευόμενοι το διαφωτιστικό άρθρο «Domestic Violence and Abuse” (http://www.helpguide.org) διαπιστώνουμε ότι υπάρχει ένας προκαθορισμένος κύκλος της βίας στην ενδοοικογενειακή κακοποίηση. Ο φαύλος κύκλος - σχήμα βίας περιλαμβάνει τα παρακάτω στάδια: α) κακοποίηση – Ο κακοποιητικός σύντροφος ξεσπάει με επιθετική, υποτιμητική ή βίαιη συμπεριφορά. Η κακοποίηση αποτελεί επίδειξη εξουσίας ώστε να δείξει στο θύμα του «ποιος είναι το αφεντικό». Β) Ενοχή – Μετά την κακοποίηση ο θύτης νιώθει ενοχή, αλλά όχι γι’ αυτό που έχει κάνει. Ανησυχεί περισσότερο για το ενδεχόμενο να τον πιάσουν και να υποστεί τις συνέπειες των πράξεών του. Γ) Δικαιολογίες – Ο κακοποιητικός σύντροφος εκλογικεύει αυτό που έκανε. Το άτομο μπορεί να χρησιμοποιήσει μια σειρά από δικαιολογίες ή να κατηγορήσει το θύμα του για τη συμπεριφορά του – οτιδήποτε προκειμένου να μην πάρει ο ίδιος την ευθύνη. Δ) Νορμάλ συμπεριφορά – Ο θύτης κάνει ότι μπορεί ώστε να ξανακερδίσει τον έλεγχο και να κρατήσει το θύμα μέσα στη σχέση. Μπορεί να συμπεριφέρεται σα να μην συμβαίνει τίποτα ή μπορεί και να προσπαθήσει να γοητεύσει το θύμα. Αυτή η «ειρηνική» φάση μπορεί να δώσει στο θύμα την ελπίδα ότι ο θύτης έχει αλλάξει στ’ αλήθεια αυτή τη φορά. Ε) Φαντασία και σχεδιασμός – Ο κακοποιητικός σύντροφος αρχίζει να φαντασιώνεται το να σε κακοποιήσει ξανά. Περνάει πολλές ώρες σκεπτόμενος τι έχεις κάνει λάθος και πώς θα σε κάνει να το πληρώσεις. Έπειτα σχεδιάζει πώς θα μετατρέψει τη φαντασία της κακοποίησης σε πραγματικότητα. ΣΤ) Παγίδα – Ο θύτης σε παγιδεύει και βάζει σ’ εφαρμογή το σχέδιό του, προκαλώντας ο ίδιος μια κατάσταση (επαναλαμβανόμενο μοτίβο) στην οποία μπορεί να αιτιολογήσει και δικαιολογήσει το ότι κακοποιεί το θύτη.
Η συγνώμη που ζητάει και οι χειρονομίες αγάπης ανάμεσα στα επεισόδια κακοποίησης συχνά κάνουν δύσκολο για το θύμα να φύγει. Η περίτεχνη παραπλάνηση του θύτη μπορεί να κάνει το θύμα να πιστέψει ότι είναι το μόνο άτομο που μπορεί να τον βοηθήσει, ότι τα πράγματα θα είναι διαφορετικά αυτή τη φορά και ότι αγαπάει το θύμα πραγματικά. Παρ’ όλα αυτά ο κίνδυνος επαναλαμβανόμενης κακοποίησης είναι πολύ αυξημένος.
Η σωματική βία ποτέ δεν έρχεται μόνη της. Προηγείται η ψυχολογική, η συναισθηματική, η λεκτική: Αν και κάθε περίπτωση είναι εξατομικευμένη, στον κύκλο της βίας είναι βέβαιο ότι στην αρχή θα έχουμε άλλες μορφές, δηλαδή υποτίμηση, εξύβριση, πολύ έντονο έλεγχο στη ζωή του θύματος, ζήλεια, ξεσπάσματα θυμού και ακολουθεί η σωματική βία. Είναι το δεύτερο στάδιο του κύκλου της βίας. Εκεί, στα πρώτα περιστατικά σωματικής βίας, πολλές γυναίκες φεύγουν».
Αν δεν φύγουν, πιθανότατα θα βιώσουν αυτό που ονομάζεται «μήνας του μέλιτος», το διάστημα που ο ακακοποίητης παρουσιάζεται ως άγγελος, κάνει δώρα, κανονίζει ταξίδια και δεσμεύεται ότι το περιστατικό δε θα επαναληφθεί. Εάν η γυναίκα έχει εγκλωβιστεί στη θυματοποίηση, αυτό καμιά φορά αλλάζει μόνο με κάποιο ακραίο περιστατικό που μπορεί να είναι αυτό που θα την οδηγήσει να φύγει. Στην πλειοψηφία τους τα θύματα δυσκολεύονται να φύγουν εξαιτίας του φόβου και τη θλίψης που βιώνουν. Σκεφτείτε ότι η θλίψη διαρκεί 240 φορές περισσότερο από άλλα συναισθήματα.
Οι προσεγγίσεις που προτείνονται αναφορικά με την αιτιολόγηση του φαινομένου της ενδοοικογενειακής βίας, είναι δυνατόν να συνοψιστούν ως εξής:
1. Ψυχιατρικές θεωρίες:
η πρωταρχική πηγή της κακοποίησης εντοπίζεται στα παθολογικά χαρακτηριστικά της δομής της προσωπικότητας του δράστη ή/και του θύματος, τα οποία είναι απόρροια της ελλιπούς ψυχοκινητικής ανάπτυξης του ατόμου στην πρώιμη ηλικία. Παράλληλα υποστηρίζεται ότι υπάρχουν υψηλά ποσοστά ψυχοπαθολογίας στα άτομα που παρουσιάζουν καταχρηστική συμπεριφορά.
2. Συμπεριφοριστικές θεωρίες:
η καταχρηστική συμπεριφορά (κακοποίηση) είναι αποτέλεσμα επιβράβευσης ή τιμωρίας του δράστη, σε περίπτωση άσκησης ή αποφυγής της αντίστοιχα. Η επιβράβευση μπορεί να είναι συμπεριφοριστική (ενδοτικότητα στις επιθυμίες του ατόμου με βίαιη συμπεριφορά), συναισθηματική (σαδιστική ευχαρίστηση) ή κοινωνική (επιβεβαίωση της δύναμης και της εξουσίας)
3. Γνωστικές θεωρίες:
η κακοποίηση είναι απόρροια εκδραμάτισης από το δράστη φαντασιωσικών σκηνών, ή αν ο τελευταίος προσπαθεί να επιλύσει τυχόν γνωστικές ασυμφωνίες σχετικά με την εικόνα του εαυτού του. Ειδικότερα, οι φαντασιώσεις σεξουαλικής επικυριαρχίας και σωματικής επιθετικότητας θεωρούνται ως πρόδρομοι της σεξουαλικής και της σωματικής κακοποίησης. Οι εικόνες σεξουαλικής και σωματικής βίας που προβάλλουν τα ΜΜΕ σε μεγάλο βαθμό, ενθαρρύνουν τις συγκεκριμένες φαντασιώσεις.
4. Θεωρία της υποκουλτούρας της βίας:
η καταχρηστική συμπεριφορά επισυμβαίνει τακτικά και είναι αποδεκτή, τόσο από τους δράστες, όσο και από τα θύματα, εντός του συγκεκριμένου περιβάλλοντος υποκουλτούρας. Συγκεκριμένα, υποστηρίζεται ότι κάποιες κοινωνικές ομάδες έχουν διαφορετικά επίπεδα βίας, καθώς κινούνται σε συνθήκες και χώρους διαβίωσης, στους οποίους οι υπάρχουσες νόρμες και αξίες ενθαρρύνουν τη βίαιη συμπεριφορά. Η θεωρία αυτή ενδυναμώνεται από το γεγονός ότι τα βίαια επεισόδια φαίνεται να συμβαίνουν κυρίως σε περιορισμένες γεωγραφικές περιοχές.
5. Φεμινιστικές προσεγγίσεις:
η κοινωνία με πατριαρχικές δομές ενθαρρύνει τη βία από τους άνδρες προς τις γυναίκες. Σε αυτές τις κοινωνίες, οι γυναίκες υφίστανται κακοποίηση επειδή θεωρούνται υποδεέστερες από τους άνδρες. Σε αυτή την προσέγγιση, κρίνεται ουσιώδες να κατανοηθεί η ιστορική υποτέλεια των γυναικών στους άνδρες. Η φεμινιστική θεωρία τίθεται υπέρ μιας ερμηνείας της κοινωνικής δομής, η οποία έχει σχεδιαστεί ώστε να παραβλέπει, ή να ενθαρρύνει και να διαιωνίζει την επικυριαρχία των ανδρών στις γυναίκες.
6. Θεωρία της κοινωνικοποίησης των ρόλων των φύλων:
στα πλαίσια της κοινωνικοποίησης των δύο φύλων, οι άνδρες ενθαρρύνονται να είναι περισσότερο επιθετικοί από τις γυναίκες, ενώ η σεξουαλική επιθετικότητα τους αυξάνει την αίσθηση ανδρισμού και αρρενωπότητας. Καθώς δεν ενθαρρύνονται να μιλούν για τα συναισθήματά τους, όταν αντιμετωπίζουν δυσκολίες, είναι δυνατόν να καταφύγουν στη σεξουαλική δραστηριότητα ή στη βία, προκειμένου να εκφράσουν τα συναισθήματά τους και να αντιμετωπίσουν τα προβλήματα που προκύπτουν. Όταν οι άνδρες υφίστανται βία, αυτό συμβαίνει γιατί έχουν θηλυπρεπή ρόλο στην κοινωνία.
7. Θεωρία της κοινωνικής μάθησης:
ο δράστης έχει μάθει να φέρεται βίαια, καθώς έχει υπάρξει είτε μάρτυρας σκηνών βίας, είτε θύμα βίαιης συμπεριφοράς, κυρίως στην οικογένεια προέλευσης. Παράλληλα, η (βίαιη) συμπεριφορά του έχει ενισχυθεί μέσω επιβράβευσης από το περιβάλλον του, από το οποίο το άτομο δεν μαθαίνει μόνο να είναι βίαιο, αλλά μαθαίνει να δικαιολογεί ηθικά και κοινωνικά την καταχρηστική του συμπεριφορά. Η θεωρία αυτή ερμηνεύει επαρκώς το γεγονός ότι σε κάποιες οικογένειες είναι δυνατόν να υπάρξουν πολλαπλοί δράστες σωματικής ή/και σεξουαλικής βίας.
8. Θεωρία των πόρων:
η συγκεκριμένη θεωρία υποστηρίζει ότι όλα τα κοινωνικά συστήματα στρέφονται γύρω από τις απειλές ή τη χρήση βίας. Οι δράστες κακοποίησης διαθέτουν περισσότερους πόρους/μέσα (κοινωνικά, οικονομικά, ψυχολογικά) με αποτέλεσμα να υποτιμούν τα θύματά τους και να είναι σε θέση να επιβάλλουν τη θέλησή τους στα τελευταία. Ακόμα και η έλλειψη πόρων, αρκετές φορές, είναι δυνατόν να οδηγήσει σε βίαιη συμπεριφορά με σκοπό την επιβολή και τη διατήρηση της εξουσίας.
9. Θεωρία της κοινωνικής συναλλαγής:
η συγκεκριμένη θεωρία επικεντρώνεται σε ένα σύστημα επιβραβεύσεων και αρνητικών κυρώσεων στις διαπροσωπικές σχέσεις: τα άτομα θα εμπλακούν σε συμπεριφορές που είναι πιθανόν να τους επιφέρουν επιβράβευση, ενώ θα αποφύγουν συμπεριφορές που ενδεχομένως να επιφέρουν κυρώσεις. Οι δράστες κακοποίησης έχουν την εξουσία και τη δυνατότητα να εκμεταλλεύονται τα θύματα, ενώ τα τελευταία ελλείπουν της απαραίτητης ικανότητας να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά την κακοποίηση και διαθέτουν ανεπαρκή μέσα να προσφέρουν εναλλακτικούς τρόπους επιβράβευσης στο δράστη.
10. Θεωρία των οικογενειακών συστημάτων:
η αιτία της κακοποίησης εντοπίζεται στην ανισορροπία των δυναμικών και των σχέσεων μεταξύ των μελών της οικογένειας. Επισημαίνεται ότι τα αίτια της ενδοοικογενειακής βίας έχουν πολλαπλές ρίζες, όπως οι ρυθμιστικές δομές, τα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας των μελών της οικογένειας, οι ματαιώσεις που τυχόν δέχονται τα τελευταία, ή ακόμα και οι συγκρούσεις που προκύπτουν στους κόλπους της οικογένειας. Συνήθως, στην οικογένεια υπάρχει περισσότερη καταχρηστική συμπεριφορά από ότι αναφέρεται ή καταγγέλλεται. Τις περισσότερες δε φορές, η βία στην οικογένεια είτε γίνεται αντικείμενο άρνησης, είτε παραβλέπεται.
11. Θεωρία των συναισθηματικών δεσμών:
η συγκεκριμένη θεωρία ενσωματώνει τόσο τις ψυχολογικές, όσο και τις κοινωνιολογικές παραμέτρους στην ερμηνεία της ενδοοικογενειακής βίας. Η κακοποίηση οφείλεται σε ανεπαρκείς και ακατάλληλες σχέσεις με τους γονείς, γεγονός που παρεμποδίζει την ανάπτυξη ενός δεσμού αγάπης μεταξύ της γονεϊκής συμπεριφοράς και του παιδιού. Τα προβλήματα συναισθηματικών δεσμών που προκύπτουν κατά την παιδική ηλικία, δημιουργούν πρόσφορο έδαφος για δυσκολίες στις στενές διαπροσωπικές σχέσεις κατά την ενήλικη ζωή.
12. Θεωρία της ανακολουθίας της κοινωνικής τάξης:
η καταχρηστική συμπεριφορά οφείλεται στην έλλειψη πόρων και στη συνεπαγόμενη ασυμφωνία και άγχος που βιώνει το άτομο από την ασύμμετρη κατανομή των πόρων αυτών. Κατά συνέπεια, η ανακολουθία της κοινωνικής τάξης απειλεί τα πατριαρχικά μοντέλα εξουσίας και τα συστήματα αξιών.
Καμία όμως από τις θεωρίες δεν είναι επαρκής per se να ερμηνεύσει την ενδοοικογενειακή βία, καθώς θα πρέπει να ληφθεί υπόψη ένα πολυπαραγοντικό μοντέλο για την προσέγγιση ενός φαινομένου που διατρέχει την κοινωνία τόσο σε μικρό- όσο και σε μακρό-επίπεδο, ειδάλλως ελλοχεύει ο κίνδυνος να διαιωνιστούν, αναλόγως της θεωρίας που κάθε φορά χρησιμοποιείται, στερεοτυπικές συμπεριφορές και στάσεις που δυσχεραίνουν την αποτελεσματική αντιμετώπιση της βίας και τους κόλπους της οικογένειας. Ένα φαινόμενο με προεκτάσεις πολιτικές, κοινωνικές, πολιτισμικές ακόμα και οικονομικές, θα πρέπει να αντιμετωπίζεται με γνώμονα κατά το δυνατόν όλες τις ενδογενείς και εξωγενείς μεταβλητές που το χαρακτηρίζουν και το απαρτίζουν.
Κατά συνέπεια, η ερμηνεία της ενδοοικογενειακής βίας θα πρέπει να βασιστεί στη διερεύνηση τόσο της προσωπικότητας του δράστη και του θύματος, ώστε να αντιμετωπιστεί και να προληφθεί η καταχρηστική ή η θυματοποιημένη συμπεριφορά σε ατομικό επίπεδο, όσο και των εξωγενών παραμέτρων που συνεπικουρούν στην εμφάνισή της: των ιδιαίτερων δομικών χαρακτηριστικών που διέπουν το θεσμό του γάμου, των ρόλων που αναλαμβάνουν τα δύο φύλα εντός και εκτός του τελευταίου, των πολιτισμικών δομών που χαρακτηρίζουν στο διηνεκές την κοινωνία, της μάθησης συμπεριφορών και ρόλων σύμφωνα με το φύλο από την οικογένεια καταγωγής, των σχέσεων εξουσίας που αναπτύσσονται και λειτουργούν ρυθμιστικά σε οποιοδήποτε διατομικό ή διομαδικό επίπεδο αλληλεπίδρασης κτλ.
Πηγή: Ενδοοικογενειακή βία κατά των γυναικών
Το θύμα είναι η «μέση Ελληνίδα».
Σύμφωνα με το «Καταφύγιο Γυναίκας-Κέντρο Στήριξης Κακοποιημένων Γυναικών», οι γυναίκες που κακοποιούνται στην Ελλάδα σήμερα είναι κατά μέσον όρο 37 ετών, με οικογένεια, μόρφωση, άνεργες και οικονομικά εξαρτημένες, με δικό τους σπίτι και με τη δυνατότητα να βρουν κάποια διέξοδο «μέχρι να ηρεμήσουν τα πράγματα».
Συχνά θεωρείται ότι τέτοιες νοσηρές καταστάσεις δημιουργούνται σε περιβάλλοντα χαμηλής μόρφωσης, πιθανόν μεταξύ μεταναστών, που συχνά δεν υπάρχει σεβασμός στις γυναίκες ή πρόκειται για ανθρώπους με εξαρτήσεις, ψυχικά νοσήματα ή ανθρώπους “απόκληρους”, δηλαδή ανέργους, φτωχούς, “που δεν έχουν στον ήλιο μοίρα.
Σύμφωνα με τα παρεχόμενα στοιχεία, η πραγματικότητα είναι διαφορετική. Τα θύματα είναι απόφοιτοι τουλάχιστον του Λυκείου, ενώ το ένα τέταρτο αυτών έχει τελειώσει κάποια ανώτερη ή ανώτατη σχολή. Που σημαίνει ότι το θέμα δεν αφορά αμόρφωτες γυναίκες. Επιπλέον, είναι κατά πλειοψηφία Ελληνίδες, σε ποσοστό 75%» σημειώνει ο κοινωνιολόγος Λεωνίδας Νοϊτσάκης μετά την ανάλυση του προφίλ των γυναικών που προσέρχονται στο Καταφύγιο (643 γυναίκες το 2016).
«Μέσος Έλληνας» είναι και ο θύτης, συνήθως ο σύζυγος. Εργαζόμενος, 45 χρόνων, σε ποσοστό 70% χωρίς κάποια εξάρτηση, ενταγμένος στο κοινωνικό σύνολο.
Πώς μπορεί μια γυναίκα να προλάβει την κακοποιητική συμπεριφορά
Το συναίσθημα του φόβου, είναι αυτό που κυριαρχεί στις γυναίκες που έχουν υποστεί κακοποίηση στα πλαίσια της σχέσης τους. Με ποιο τρόπο μπορεί μια γυναίκα να ξεπεράσει το φόβο και να ζητήσει βοήθεια;
Το συναίσθημα της ανασφάλειας και του φόβου είναι πολύ ισχυρά στα άτομα που βιώνουν μια κακοποιητική σχέση. Το υποστηρικτικό περιβάλλον είναι αυτό που μπορεί να βοηθήσει. Είναι σημαντικό να μην απομονώνεστε και να μιλήσετε σε κάποιον που εμπιστεύεστε για αυτό που συμβαίνει. Επιπλέον, μπορείτε να ζητήσετε βοήθεια από έναν ειδικό (ψυχολόγο, θεραπευτή, κοινωνικό λειτουργό) ή την αστυνομία. Χρειάζεται όμως να κατανοήσετε ότι αυτό που σας συμβαίνει είναι κακοποιητικό. Αυτή είναι η βασικότερη αρχή! Είναι σημαντικό να θυμάστε ότι εσείς είστε υπεύθυνη για τον εαυτό σας και χρειάζεται θάρρος για να γίνετε δυνατότερες, να αλλάξετε στάση και να αποκτήσετε έλεγχο στην ζωή σας.
Αφότου αντιληφθούμε πως βρισκόμαστε σε μια κακοποιητική σχέση, πως μπορούμε να το αντιμετωπίσουμε; Είναι η φυγή η μόνη λύση;
Η φυγή δεν είναι η μόνη λύση, χρειάζεται όμως να την εξετάσετε καθώς ίσως να είναι η πιο ωφέλιμη λύση. Η αποστασιοποίηση μπορεί να φανεί βοηθητική ακόμα και χωρίς φυγή. Υιοθετήστε μια αόρατη ασπίδα απέναντι στις προσβολές και τις συμπεριφορές του συντρόφου, αναγνωρίζοντας εσείς στον εαυτό σας την πραγματική σας αξία και όχι αυτή που ο σύντροφος σας αποδίδει. Επικεντρωθείτε περισσότερο στις δικές σας ανάγκες και γίνετε πιο αποφασιστική για την κάλυψη αυτών.
Τι μπορεί να κάνει μια γυναίκα για να προστατευτεί από έναν κακοποιητικό σύντροφο
Είναι σημαντικό να θυμάστε ότι μπορείτε να τηλεφωνήσετε στη γραμμή SOS 15900 (Γραμμή υποστήριξης κατά της ενδοοικογενειακής βίας)
Μια γυναίκα παραμένει σε μια κακοποιητική σχέση για τους παρακάτω λόγους:
- Δεν αναγνωρίζει τον εαυτό της ως θύμα.
- Φόβος αντίποινων. Φοβάται την εκδίκηση σε βάρος της ή σε βάρος των παιδιών της.
- Ελαχιστοποίηση. Πείθει τον εαυτό της ότι ενδεχομένως τα πράγματα θα ήταν χειρότερα εάν αποχωρούσε από τη σχέση.
- Άρνηση (μηχανισμός άμυνας). Οι κακοποιημένες γυναίκες, όπως και τα θύματα από τραυματικά γεγονότα, πολύ συχνά κινούνται μεταξύ της άρνησης και της συνειδητοποίησης της πραγματικότητας.
- Οικονομική εξάρτηση.
- Θρησκευτικές και κοινωνικές αντιλήψεις.
- Απώθηση (ασυνείδητος μηχανισμός). Επώδυνα γεγονότα απωθούνται πολύ μακριά από το συνειδητό στο ασυνείδητο.
- Αυτοενοχοποίηση. Φόβος ότι μπορεί να κατηγορηθεί ότι προκάλεσε την κακοποίησή της. Τα θύματα δικαιολογούν το θύτη πιστεύοντας ότι αυτά ευθύνονται για τη κακοποίησή τους από αυτόν.
- Φόβος ότι δεν θα γίνει πιστευτή.
- Πιστεύει ότι είναι αδύναμη, έχει χαμηλή αυτοεκτίμηση και φοβάται την αλλαγή.
- Νιώθει ντροπή, ενοχές και έλλειψη εμπιστοσύνης.
- Διάσχιση (ασυνείδητος μηχανισμός άμυνας). Το θύμα νιώθει ότι το περιστατικό βίας συμβαίνει σε κάποιο άλλο άτομο και όχι στο ίδιο.
- Γνωστική σύγχυση. Η προσπάθεια του θύματος να συγκεράσει ή να συμβιβάσει την πεποίθηση που έχει ότι ο θύτης ασκεί βία λόγω καλών προθέσεων και επομένως δικαιολογεί τις πράξεις του.
- Γνωστική δυσλειτουργία. Η κακοποιημένη γυναίκα δυσκολεύεται να οργανώσει τη σκέψη της και να πάρει μια απόφαση με τρόπο ρεαλιστικό. Διαθέτει πολλές φορές μειωμένο μνημονικό και ελλιπή αυτοσυγκέντρωση.
Τι σημαίνει συνεξάρτηση και πως η έννοια αυτή κάνει κακό σε μια σχέση και μπορεί να οδηγήσει σε κακοποίηση;
Με τον όρο ῾συνεξάρτηση᾽ αναφερόμαστε σε ένα είδος συγχωνευτικής σχέσης όπου τα όρια και τα προσωπικά χαρακτηριστικά των μελών δεν είναι διακριτά. Τα εμπλεκόμενα μέλη λειτουργούν ῾σαν μονάδα᾽ με κοινή γνώμη, στάση, απόψεις κυρίως λόγω ανάγκης αποδοχής και φόβου και όχι λόγω οικειότητας. Είναι σημαντικό να ξεχωρίσουμε την υγιή σχέση από μια σχέση συνεξάρτησης. Στις υγιείς σχέσεις το κάθε μέλος έχει την δική του προσωπικότητα, σκέψεις, απόψεις, όπου δεν διστάζει να τις εκφράσει και να τις συζητήσει.
Είναι επιλογή του να αφιερώνει χρόνο στον σύντροφο του/της και έχει ενδιαφέροντα και εκτός σχέσης. Στις συνεξαρτητικές σχέσεις το άτομο νιώθει ότι δεν μπορεί να ζήσει χωρίς τον άλλον, πως θέλει να τον βλέπει όλη την ώρα (όχι μόνο επειδή νιώθει ερωτευμένο), αλλά και με τον φόβο και την αγωνία ότι αν δεν ικανοποιεί αυτό που ο/η σύντροφος θέλει τότε θα τον χάσει. Ο φόβος και η αγωνία είναι συχνά οι λόγοι που χάνεται ο σεβασμός μέσα στην σχέση και ένα άτομο θα ανεχτεί συγκεκριμένες στάσεις και συμπεριφορές εκλογικεύοντας την κατάσταση ότι ο / η σύντροφος ενδιαφέρεται πολύ για εκείνο και για αυτό συμπεριφέρεται έτσι.
Πολλές φορές τα παιδιά γίνονται αμέτοχοι θεατές ενδοοικογενειακής βίας. Πώς επιδρά αυτό στην ψυχοσύνθεση και τι ρόλο διαδραματίζει στην πορεία και την εξέλιξη της ζωής τους;
Μπορεί να επηρεάσει σε μεγάλο βαθμό τη ψυχική υγεία του παιδιού. Οι επιπτώσεις της ενδοοικογενειακής βίας στη ψυχική υγεία των παιδιών είτε ως μάρτυρες περιστατικών βίας ή ως άμεσοι αποδέκτες ποικίλουν και έχουν σοβαρό αντίκτυπο στην ομαλή ανάπτυξη του παιδιού. Η μη πρώιμη παρέμβαση δύναται να παρατείνει την εμφάνιση των επιπτώσεων ακόμα και στην ενήλικη ζωή.
Η βία που εκδηλώνεται στην οικογένεια κατά τη διάρκεια της βρεφικής ηλικίας ενδέχεται να επηρεάσει το βρέφος ποικιλοτρόπως. Πρωτίστως, η βία σε όλες τις μορφές της συμβάλει αρνητικά στην ανάπτυξη αισθήματος ασφάλειας στο βρέφος καθώς οι γονείς δεν του παρέχουν φροντίδα σε ένα αρμονικό και ήρεμο περιβάλλον. Επίσης, τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι γονείς ενδεχομένως να επηρεάσουν την άμεση ανταπόκριση τους στις βασικές ανάγκες του παιδιού με αποτέλεσμα το βρέφος να νιώθει δυσφορία, άγχος, συναισθηματική αστάθεια, δυσκολία στη διατροφή και τον ύπνο και δυσκολία στο να εμπιστεύεται τους γύρω του. Επίσης, είναι πιθανόν να επηρεαστεί αρνητικά η ανάπτυξη του συναισθηματικού δεσμού μητέρας-βρέφους. Οι συνεχείς εντάσεις και η βία πιθανόν να προκαλέσουν στο βρέφος έντονο κλάμα, σωματικά συμπτώματα (ασθένειες, πόνο στην κοιλιά) καθώς επίσης, φόβο και διστακτικότητα κατά τη διαδικασία εξερεύνησης του περιβάλλοντος και εμπλοκής του στο παιχνίδι.
Τα μεγαλύτερα παιδιά, δηλαδή προσχολικής ηλικίας βιώνουν εξίσου αρνητικά συναισθήματα όπως άγχος, φόβο και ανησυχία. Μπορεί να εμφανίσουν σωματικά συμπτώματα όπως πονοκεφάλους, πόνους στην κοιλιά ή να έχουν δυσκολία στη διατροφή και τον ύπνο. Επιπλέον, τα παιδιά σε αυτό το ηλικιακό επίπεδο ενδεχομένως να εμφανίσουν επιθετική συμπεριφορά ακόμα και στο παιχνίδι τους ή αντιθέτως να κλειστούν στον εαυτό τους και να γίνουν παθητικά. Από την άλλη, λόγω του εγωκεντρισμού που διακατέχει τα παιδιά στο αναπτυξιακό στάδιο αυτό πιθανόν τα παιδιά να βιώσουν αισθήματα ενοχής για τα περιστατικά βίας και να θεωρούν ότι αυτά φταίνε για ότι συμβαίνει στο σπίτι. Τέλος, παλινδρομικές συμπεριφορές πιθανόν να εμφανιστούν όπου τα παιδιά υιοθετούν συμπεριφορές προηγούμενων αναπτυξιακών σταδίων (πιπίλισμα δακτύλου, νυχτερινή ενούρηση κοκ).
Στη σχολική ηλικία, τα παιδιά μπορεί να εμφανίσουν προβλήματα στη σχολική επίδοση, χαμηλή συγκέντρωση, δυσκολία στη μνήμη αλλά και στη δημιουργία θετικών διαπροσωπικών σχέσεων. Επίσης, τα παιδιά θεωρούν τη βία μέσο επίλυσης προβλημάτων, έτσι πιθανόν να γίνουν πιο επιθετικά προς τους άλλους. Το άγχος και ο φόβος είναι βασικά χαρακτηριστικά που διέπουν και αυτό το αναπτυξιακό στάδιο.
Στην εφηβεία, τα παιδιά έχουν περισσότερες πιθανότητες να αναπτύξουν σοβαρά προβλήματα τα οποία μπορεί να τους ακολουθούν και στην ενήλικη ζωή. Η αντικοινωνική και παραβατική συμπεριφορά, η χρήση ουσιών, η πρόωρη σεξουαλική δραστηριότητα και οι απόπειρες αυτοκτονίας είναι μερικά από τα προβλήματα που ενδεχομένως να αναπτύξουν τα παιδιά αυτής της ηλικιακής ομάδας. Επίσης, καλλιεργείται αίσθημα άγχους, κατάθλιψης και επιθετικότητας προς άλλους. Οι έφηβοι είναι πιθανόν να ασκούν και οι ίδιοι βία προς άλλα μέλη της οικογένειας έχοντας τη βία ως πρότυπο επίλυσης συγκρούσεων και την πεποίθηση ότι το θύμα φταίει για ότι του συμβαίνει.
Γενικότερα, η ανατροφή ενός παιδιού (είτε ως μάρτυρας ή ως θύμα βίας), σε ένα κακοποιητικό περιβάλλον αποτελεί ένα πολύ σοβαρό ζήτημα. Οι επιπτώσεις της βίας μπορεί να διαταράξουν τη ψυχοκοινωνική ανάπτυξη του παιδιού ενώ σε πολλές περιπτώσεις είναι μακροχρόνιες οδηγώντας το παιδί σε έναν ενήλικα με σοβαρά προβλήματα ψυχοπαθολογίας. Ένα παιδί το οποίο μεγαλώνει σε ένα βίαιο περιβάλλον έχει περισσότερες πιθανότητες να αναπτύξει συναισθηματική αστάθεια και ανασφάλεια, φόβο, άγχος, κατάθλιψη, μετατραυματικό στρες, διαταραχές ύπνου και διατροφής.
Επιπρόσθετα, ένας κακοποιητικός γονέας μαθαίνει στο παιδί του μέσω της μίμησης ότι η βίαιη και επιθετική συμπεριφορά είναι ένας «φυσιολογικός» τρόπος επίλυσης συγκρούσεων. Έτσι, το παιδί μεγαλώνοντας έχει πολύ περισσότερες πιθανότητες να ασκήσει το ίδιο βία ή ακόμη να δέχεται βία υιοθετώντας μια στάση αποδοχής της βίας και την πεποίθηση ότι το θύμα αξίζει αυτά που παθαίνει.
Η χαμηλή αυτοεκτίμηση είναι επίσης ένα βασικό χαρακτηριστικό ως συνέπεια της ενδοοικογενειακής βίας. Έχει διαπιστωθεί ότι ένα παιδί που κακοποιείται από μέλος της οικογένειας του, δυσκολεύεται να εμπιστευτεί τους γύρω του με αποτέλεσμα να δυσκολεύεται να δημιουργήσει και να διατηρήσει υγιείς διαπροσωπικές σχέσεις. Επιπλέον, νιώθει ανάξιο να το φροντίσουν ή να το αγαπήσουν γεγονός που συμβάλει στην χαμηλή αυτοεκτίμηση και τη χαμηλή αυτοεικόνα.
Η ενδοοικογενειακή βία παρεμποδίζει την ελευθερία, προκαλεί φόβο και μπορεί να επηρεάσει τραυματικά την ανάπτυξη και την προσωπικότητα του παιδιού. Η πρώιμη παρέμβαση μπορεί να θέσει ένα φρένο στην εξέλιξη των δυσκολιών του παιδιού και στην ενήλικη ζωή.
Είναι υποχρέωση του γονέα, συγγενή, φίλου, γείτονα, δασκάλου, και κάθε πολίτη να διαφυλάσσει και να διεκδικεί ένα ασφαλές περιβάλλον για όλα τα παιδιά απαλλαγμένο από κάθε μορφής βία.
Comentários